Η Tracy Bale και οι συνεργάτες της υπέθεσαν ότι η διαδικασία μιας δίαιτας κάνει τους ανθρώπους πιο επιρρεπείς στο χρόνιο στρες της καθημερινής ζωής, κάνοντας ακόμα και τον πιο δυνατό χαρακτήρα να λαχταρά μια κούπα παγωτό ή μια μυρωδάτη πίτσα απ όλα. Αν και ένα ζεστό φοντάν δεν θα προκαλέσει καμμιά σημαντική αύξηση βάρους, το επίμονο στρες μπορεί να οδηγήσει σε ένα νέο μοτίβου διατροφής όπως έντονο φαγοπότι ή σε τροφές υψηλών θερμίδων (γλυκά κλπ) που θα αναιρέσει όλη την προηγούμενη απώλεια βάρους.
Για να ελέγξουν την υπόθεσή τους, οι ερευνητές μείωσαν την ημερήσια πρόσληψη τροφής στα ποντίκια κατά 25% για 3 εβδομάδες, έως ότου τα τρωκτικά είχαν χάσει περίπου το 10% έως 15% του αρχικού σωματικού τους βάρους. Αυτό το σχήμα προσομοιώνει μια μέτρια δίαιτα και μέτρια απώλεια βάρους στους ανθρώπους. Μετά από έκθεση σε ήπιες μορφές στρες, όπως δυνατούς θορύβους, τα πεινασμένα ποντίκια είχαν υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης στο αίμα τους. Και τα επίπεδα κορτιζόλης τους παρέμειναν υψηλότερα περισσότερο από ό,τι στα ποντίκια ελέγχου. Αυτό δείχνει ότι τα ποντίκια που έκαναν δίαιτα ήταν πιο αγχωμένα και χρειάζονταν περισσότερο χρόνο για να ηρεμήσουν.
Στη συνέχεια, τα ποντίκια αφέθηκαν να επιστρέψουν στα αρχικά σωματικά τους βάρη για να μιμηθούν τη δίαιτα γιο-γιο, όπως όταν οι άνθρωποι χάνουν και ανακτούν βάρος επανειλημμένα. Αφού έτρωγαν τυπική εργαστηριακή τροφή για 1 εβδομάδα, τα ποντίκια υποβλήθηκαν και πάλι σε μια σειρά ήπιων τεστ άγχους για να μιμηθούν τα σκαμπανεβάσματα της καθημερινής ζωής. Η μελέτη, που δημοσιεύτηκε στο The Journal of Neuroscience, αποκαλύπτει ότι όσα είχαν περάσει από πρόγραμμα δίαιτας παρέμειναν πιο ευαίσθητα στο στρες από εκείνα που δεν έκαναν πρόγραμμα διατροφής .
Επίσης ήταν πιο πιθανό να τρώνε μεγάλες ποσότητες τροφής με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά όταν ήταν υπό πίεση.
Ακόμη και αυτή η σύντομη, σχετικά ήπια μείωση της τροφής είχε ως αποτέλεσμα μακροπρόθεσμες αλλαγές στη γονιδιακή έκφραση, διαπίστωσαν οι ερευνητές. Τα ποντίκια που έκαναν δίαιτα είχαν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα πρωτεΐνης που διεγείρει την απελευθέρωση κορτιζόλης, υποδεικνύοντας υψηλότερη ευαισθησία στο στρες. Αυτά τα ποντίκια είχαν επίσης υψηλότερα επίπεδα ορμονών που διεγείρουν την όρεξη μετά από έκθεση σε τροφή με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά.
«Αυτό δείχνει ότι περιβαλλοντικοί παράγοντες όπως η δίαιτα και η έκθεση σε τροφές με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά μπορούν να οδηγήσουν σε μακροπρόθεσμες αλλαγές στη γονιδιακή έκφραση που μπορεί να επηρεάσουν τις διατροφικές συνήθειες και την απόκριση στο στρες», λέει η Cynthia Bulik, ψυχολόγος και διευθύντρια του Προγράμματος Διατροφικών Διαταραχών στο το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας, Chapel Hill, το οποίο δεν συμμετείχε στη μελέτη.
Οι αλλαγές στη γονιδιακή έκφραση μπορεί να εξηγήσουν γιατί τόσες πολλές δίαιτες αποτυγχάνουν. Η δίαιτα αυξάνει την ευαισθησία στο στρες και το στρες μας κάνει να αναζητούμε ανταποδοτικά πράγματα, όπως τροφές «άνεσης» ή “επιβράβευσης”με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και θερμίδες.
«Η δίαιτα είναι δύσκολη υπόθεση γιατί ο εγκέφαλός σου λειτουργεί εναντίον σου», λέει η Tracy Bale. Η εκμάθηση καλύτερων τρόπων αντιμετώπισης του στρες μπορεί να είναι το κλειδί για την επιτυχή απώλεια βάρους, επειδή «δεν είστε επιρρεπείς στο άγχος να σας ωθεί να θέλετε να καταναλώνετε».
Στην Ολιστική Προσέγγιση υπάρχουν τα απαραίτητα εργαλεία ώστε ο κάθε ένας να μπορεί να προσαρμόσει ότι του ταιριάζει για την αντιμετώπιση του στρες της καθημερινότητας ή ακόμα και πιο έντονων καταστάσεων όπως ένα πρόγραμμα διατροφής.